Σχίζω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: σχίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
сълза, късам, разкъсвам, откъсне, скъса
Σχίζω στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σχίζω

σκίζω φρήν, σκίζω ή σκίζω, σχίζω ετυμολογια, σχίζω φρήν, σχίζω φρενός, σχίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, σχίζω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • σχέση στα βουλγαρικά - асоциация, отношение, общество, взаимоотношение, връзка, отношения, връзката, ...
  • σχήμα στα βουλγαρικά - фигура, форма, формата, формата на, форма на
  • σχεδία στα βουλγαρικά - сал, плот, салове, лодка
  • σχεδιάζω στα βουλγαρικά - план, дизайн, проектиране, проект, дизайна, проектирането
Τυχαίες λέξεις
Σχίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: сълза, късам, разкъсвам, откъсне, скъса