Ταμείο στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ταμείο, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
склад, съкровищница, хазна, касата, на касата, касовите
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ταμείο
ταμείο προνοίας δικηγόρων αθηνών, ταμείο προνοίας δικηγόρων πειραιά, ταμείο νομικών, ταμείο προνοίας, ταμείο χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, ταμείο λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ταμείο στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ταλαντώνομαι στα βουλγαρικά - колебае, се колебае
- ταμίας στα βουλγαρικά - касиер, ковчежник, касиера, касиерът, ковчежника
- ταμπέλα στα βουλγαρικά - знак, признак, знамение, белег
- ταξί στα βουλγαρικά - такси, таксиметров, таксита, таксиметрови, на такси
Τυχαίες λέξεις
Ταμείο στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: склад, съкровищница, хазна, касата, на касата, касовите
Μεταφράσεις: склад, съкровищница, хазна, касата, на касата, касовите