Ταμείο στα ολλανδικά

Μετάφραση: ταμείο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kas, geldkist, deposito, fonds, afzetting, schatkist, treasury, schatkamer, ingekochte eigen, kasmiddelen
Ταμείο στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ταμείο

ταμείο προνοίας δικηγόρων αθηνών, ταμείο προνοίας δικηγόρων πειραιά, ταμείο νομικών, ταμείο προνοίας, ταμείο χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, ταμείο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ταμείο στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ταλαντώνομαι στα ολλανδικά - schommelen, slingeren, oscilleren, oscilleert, schommelt, trilt
  • ταμίας στα ολλανδικά - muntmeester, kashouder, kassier, penningmeester, schatbewaarder, treasurer, de penningmeester, ...
  • ταμπέλα στα ολλανδικά - merkteken, teken, wenk, voorbode, signaal, sein, plaat, ...
  • ταξί στα ολλανδικά - vigilante, huurrijtuig, taxi, aapje, de taxi, taxi te, een taxi
Τυχαίες λέξεις
Ταμείο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: kas, geldkist, deposito, fonds, afzetting, schatkist, treasury, schatkamer, ingekochte eigen, kasmiddelen