Τσιτώνω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: τσιτώνω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
хуй, кур, острие, tsitono
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τσιτώνω
τεντώνω συνώνυμο, τσιτώνω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, τσιτώνω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- τσιράκι στα βουλγαρικά - креатура, Любимеца, фаворит, Любимецо, Minion
- τσιτσιρίζω στα βουλγαρικά - чуруликане, Tweet, чуруликам, туит, Tweet Добави в Svejo
- τσιφλικάς στα βουλγαρικά - оръженосец, скуайър, Squire, земевладелец, знатни земевладелци
- τσουβαλιάζω στα βουλγαρικά - tsouvaliazo
Τυχαίες λέξεις
Τσιτώνω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: хуй, кур, острие, tsitono
Μεταφράσεις: хуй, кур, острие, tsitono