Τσιτώνω στα ιταλικά

Μετάφραση: τσιτώνω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pungere, pizzicare, punzecchiare, tsitono
Τσιτώνω στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τσιτώνω

τεντώνω συνώνυμο, τσιτώνω λεξικό γλώσσας ιταλικά, τσιτώνω στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • τσιράκι στα ιταλικά - tirapiedi, seguace, minion, servitore, seguace che
  • τσιτσιρίζω στα ιταλικά - sfrigolare, Tweet, Twitter, Tweet Pagina, Facebook Twitter
  • τσιφλικάς στα ιταλικά - possidente, scudiero, scudiere, signorotto, gentiluomo
  • τσουβαλιάζω στα ιταλικά - covone, fagotto, confezione, imballaggio, fascio, pacchetto, involto, ...
Τυχαίες λέξεις
Τσιτώνω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: pungere, pizzicare, punzecchiare, tsitono