Φορέας στα βουλγαρικά
Μετάφραση: φορέας, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
носител, превозвач, превозвачи
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φορέας
φορέας διαχείρισης πάρνωνα, φορέας διαχείρισης ροδόπης, φορέας διαχείρισης εθνικού δρυμού ολύμπου, φορέας διαχείρισης βιστωνίδας, φορέας διαχείρισης κερκίνης, φορέας λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, φορέας στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- φορά στα βουλγαρικά - време, път, времето, момент
- φοράδα στα βουλγαρικά - кобила, Mare, Маре, кобилата, кошмар
- φορητός στα βουλγαρικά - портативен, преносим, преносими, преносимо, портативни
- φορολογούμενος στα βουλγαρικά - данъкоплатец, данъкоплатците, на данъкоплатците, данъчнозадължено лице, данъкоплатеца
Τυχαίες λέξεις
Φορέας στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: носител, превозвач, превозвачи
Μεταφράσεις: носител, превозвач, превозвачи