Άκομψος στα γαλλικά

Μετάφραση: άκομψος, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
démodé, disgracieux, dégingandé, maladroit, disgracieuse, maladroite
Άκομψος στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άκομψος

άκομψος λεξικό γλώσσας γαλλικά, άκομψος στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • άκαμπτος στα γαλλικά - raide, dur, sévère, intense, robuste, cadavre, intraitable, ...
  • άκαρπος στα γαλλικά - improductif, aride, pelée, vain, stérile, oisif, infructueux, ...
  • άκρη στα γαλλικά - bord, border, encadrer, rive, lame, rebord, orée, ...
  • άκρο στα γαλλικά - branche, rameau, membre, fin, extrémité, bout, la fin, ...
Τυχαίες λέξεις
Άκομψος στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: démodé, disgracieux, dégingandé, maladroit, disgracieuse, maladroite