Αναπόφευκτος στα γαλλικά
Μετάφραση: αναπόφευκτος, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
inéluctable, inévitable, obligé, immanquable, inévitables, inévitablement, incontournable
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναπόφευκτος
αναπόφευκτος αντίθετο, αναπόφευκτος ετυμολογια, αναπόφευκτοσ αντώνυμο, αναπόφευκτος συνώνυμα, αναπόφευκτος αγγλικά, αναπόφευκτος λεξικό γλώσσας γαλλικά, αναπόφευκτος στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- αναπτύσσω στα γαλλικά - développent, contracter, perfectionner, épanouir, développer, occasionner, former, ...
- αναπόφευκτα στα γαλλικά - forcément, inévitablement, obligatoirement, fatalement, nécessairement, inévitable
- αναρριχώμαι στα γαλλικά - remonte, monter, gravir, escalader, ruée, bousculade, course, ...
- αναρροφώ στα γαλλικά - inspirer, humer, aspirer, inhaler, siphonner, détourner, détourner des, ...
Τυχαίες λέξεις
Αναπόφευκτος στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: inéluctable, inévitable, obligé, immanquable, inévitables, inévitablement, incontournable
Μεταφράσεις: inéluctable, inévitable, obligé, immanquable, inévitables, inévitablement, incontournable