Αναπόφευκτος στα ουγγρικά
Μετάφραση: αναπόφευκτος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
elmaradhatatlan, kikerülhetetlen, obligát, elkerülhetetlen, elengedhetetlen, elkerülhetetlenül, elkerülhetetlenné
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναπόφευκτος
αναπόφευκτος αντίθετο, αναπόφευκτος ετυμολογια, αναπόφευκτοσ αντώνυμο, αναπόφευκτος συνώνυμα, αναπόφευκτος αγγλικά, αναπόφευκτος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, αναπόφευκτος στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- αναπτύσσω στα ουγγρικά - fejleszt, fejlesztése, fejleszteni, dolgozzon, fejlesztésére
- αναπόφευκτα στα ουγγρικά - elkerülhetetlenül, óhatatlanul, szükségszerűen, elkerülhetetlen, szükségképpen
- αναρριχώμαι στα ουγγρικά - tülekedés, scramble, hajszát, kódoltakat
- αναρροφώ στα ουγγρικά - h-hang, hehezet, szifon, szifonnal, a szifon, szifonos, szifont
Τυχαίες λέξεις
Αναπόφευκτος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: elmaradhatatlan, kikerülhetetlen, obligát, elkerülhetetlen, elengedhetetlen, elkerülhetetlenül, elkerülhetetlenné
Μεταφράσεις: elmaradhatatlan, kikerülhetetlen, obligát, elkerülhetetlen, elengedhetetlen, elkerülhetetlenül, elkerülhetetlenné