Σφοδρός στα γαλλικά
Μετάφραση: σφοδρός, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
inflammable, véhément, véhémente, véhémentes, violente, véhémence
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σφοδρός
σφοδρός συνώνυμο, σφοδρός λεξικό γλώσσας γαλλικά, σφοδρός στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- σφιχτός στα γαλλικά - étroitement, strict, serré, chiche, étroit, ajusté, étanche, ...
- σφοδρά στα γαλλικά - violemment, véhémentement, inveighingly
- σφουγγαρίζω στα γαλλικά - moue, effacer, torchon, grimace, torcher, loque, chiffe, ...
- σφουγγαρίστρα στα γαλλικά - chiffe, haillon, loque, moue, grimace, essuyer, torchon, ...
Τυχαίες λέξεις
Σφοδρός στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: inflammable, véhément, véhémente, véhémentes, violente, véhémence
Μεταφράσεις: inflammable, véhément, véhémente, véhémentes, violente, véhémence