Άνοδος στα γερμανικά
Μετάφραση: άνοδος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
ansteigen, antritt, zuwachs, aufschwung, Anode, Anoden
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άνοδος
άνοδος χρυσής αυγής, άνοδος πκσ, άνοδος εθνική τράπεζα, άνοδος της αυτοκρατορίας, άνοδος αλεξίου, άνοδος λεξικό γλώσσας γερμανικά, άνοδος στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- άνθρωπος στα γερμανικά - individuum, einzelperson, mann, mensch, menschen, person, mannsbild, ...
- άνισος στα γερμανικά - unsymmetrisch, ungleich, ungleichartig, unterschiedlich, ungleiche, ungleichen
- άνοιγμα στα γερμανικά - lukentür, brut, durchreiche, schlüpfen, falltür, luke, Eröffnung, ...
- άνοιξη στα γερμανικά - sprung, triebfeder, quelle, lenz, abspringen, elastizität, feder, ...
Τυχαίες λέξεις
Άνοδος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: ansteigen, antritt, zuwachs, aufschwung, Anode, Anoden
Μεταφράσεις: ansteigen, antritt, zuwachs, aufschwung, Anode, Anoden