Άνοδος στα ουγγρικά

Μετάφραση: άνοδος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
fellendülés, szerzeményezés, anód, anódot, anóddal, az anód
Άνοδος στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άνοδος

άνοδος χρυσής αυγής, άνοδος πκσ, άνοδος εθνική τράπεζα, άνοδος της αυτοκρατορίας, άνοδος αλεξίου, άνοδος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, άνοδος στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • άνθρωπος στα ουγγρικά - ember, valaki, rokonok, sakkfigura, emberi, alkalmazottak, férj, ...
  • άνισος στα ουγγρικά - egyenlőtlen, eltérő, egyenlő, az egyenlőtlen, nem egyenlő
  • άνοιγμα στα ουγγρικά - nyílás, nyitás, megnyitása, nyitó, megnyitását
  • άνοιξη στα ουγγρικά - rugó, ugrás, repedés, tavasz, tavaszi, tavasszal, tavaszán
Τυχαίες λέξεις
Άνοδος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: fellendülés, szerzeményezés, anód, anódot, anóddal, az anód