Αδιάλλακτος στα γερμανικά
Μετάφραση: αδιάλλακτος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
unnachgiebig, kompromisslos, unnachgiebigen, unnachgiebige, intransigent
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αδιάλλακτος
αδιάλλακτος προταση, αδιάλλακτος λεξικο, αδιάλλακτος ορισμος, αδιάλλακτος αντωνυμο, αδιάλλακτος λεξικό γλώσσας γερμανικά, αδιάλλακτος στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- αδιάκοπος στα γερμανικά - ständig, unaufhörlich, stets, konstante, unablässig, unaufhörlichen, unaufhörliche, ...
- αδιάκριτος στα γερμανικά - neugierig, taktlos, Schnüffler, snooper, Schnüffel
- αδιάλυτος στα γερμανικά - unlöslich, unauflöslich, unlöslichen, unlösliche, unlösliches, unlöslicher
- αδιάντροπος στα γερμανικά - schamlos, schamlose, schamlosen, schamloser, unverschämt
Τυχαίες λέξεις
Αδιάλλακτος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: unnachgiebig, kompromisslos, unnachgiebigen, unnachgiebige, intransigent
Μεταφράσεις: unnachgiebig, kompromisslos, unnachgiebigen, unnachgiebige, intransigent