Ανυπόφορος στα γερμανικά

Μετάφραση: ανυπόφορος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
untragbar, unerträglich, unausstehlich, unerträglichen, unerträgliche, unerträglicher
Ανυπόφορος στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανυπόφορος

ανυπόφορος συνώνυμα, ανυπόφορος πονόδοντος, ανυπόφορος λεξικό γλώσσας γερμανικά, ανυπόφορος στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • ανυποχώρητος στα γερμανικά - klebrig, zäh, hartnäckig, ausdauernd, zähen, zähe
  • ανυπόμονος στα γερμανικά - unzufrieden, ungeduldig, ruhelos, rastlos, begierig, ungeduldigen, ungeduldige, ...
  • ανυψώνω στα γερμανικά - anheben, hochheben, erhöhen, Aufzug, Fahrstuhl, Lift
  • ανωμαλία στα γερμανικά - verstopfung, regelwidrigkeit, unregelmäßigkeit, anomalie, darmverstopfung, besonderheit, Anomalie, ...
Τυχαίες λέξεις
Ανυπόφορος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: untragbar, unerträglich, unausstehlich, unerträglichen, unerträgliche, unerträglicher