Ανυπόφορος στα ισλανδικά
Μετάφραση: ανυπόφορος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
insufferable
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανυπόφορος
ανυπόφορος συνώνυμα, ανυπόφορος πονόδοντος, ανυπόφορος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ανυπόφορος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ανυποχώρητος στα ισλανδικά - traustur, lífseigari, lífseigur, þrautseigari
- ανυπόμονος στα ισλανδικά - óþolinmóð, óþolinmóður, óþolinmóðra, óþolinmóðir
- ανυψώνω στα ισλανδικά - lyfta, lyftu, ferðum, setustofa, að lyfta
- ανωμαλία στα ισλανδικά - frávik, vansköpun, undantekning, frávik sem, misræmi
Τυχαίες λέξεις
Ανυπόφορος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: insufferable
Μεταφράσεις: insufferable