Απαισιόδοξος στα γερμανικά
Μετάφραση: απαισιόδοξος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
finster, trostlos, düster, dunkel, schwermütig, Pessimist, Pessimisten, pessimistisch, Schwarzseher
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απαισιόδοξος
αισιόδοξος λεξικό, απαισιόδοξοσ είναι ένασ καλά ενημερωμένοσ αισιόδοξοσ, απαισιόδοξος συνώνυμο, απαισιόδοξος λεξικό γλώσσας γερμανικά, απαισιόδοξος στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- απαθής στα γερμανικά - lax, apathisch, phlegmatisch, teilnahmslos, affektiert, apathischen, apathische, ...
- απαισιοδοξία στα γερμανικά - pessimismus, Pessimismus, pessimistisch, der Pessimismus
- απαιτούμενος στα γερμανικά - lohn, beitrag, fällig, gebührendes, gebühr, unbezahlt, schuldig, ...
- απαιτώ στα γερμανικά - fordern, fördern, erfordern, bedürfnis, anspruch, bedürfen, nachfrage, ...
Τυχαίες λέξεις
Απαισιόδοξος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: finster, trostlos, düster, dunkel, schwermütig, Pessimist, Pessimisten, pessimistisch, Schwarzseher
Μεταφράσεις: finster, trostlos, düster, dunkel, schwermütig, Pessimist, Pessimisten, pessimistisch, Schwarzseher