Απαισιόδοξος στα ουκρανικά
Μετάφραση: απαισιόδοξος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
понурий, хмурий, сумовитий, засмучений, похмурий, песиміст, пессимист, песимістом
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απαισιόδοξος
αισιόδοξος λεξικό, απαισιόδοξοσ είναι ένασ καλά ενημερωμένοσ αισιόδοξοσ, απαισιόδοξος συνώνυμο, απαισιόδοξος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, απαισιόδοξος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- απαθής στα ουκρανικά - безпристрасний, невразливий, недоумкуватий, байдужий, апатичний, апатична, апатичного
- απαισιοδοξία στα ουκρανικά - песимізм, пессимизм, песимізму
- απαιτούμενος στα ουκρανικά - податок, очікуваний, гідний, належний, належне, реквізит, реквізиту
- απαιτώ στα ουκρανικά - прохання, запропонувати, вимагати, вимога, попит, запитувати, запит, ...
Τυχαίες λέξεις
Απαισιόδοξος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: понурий, хмурий, сумовитий, засмучений, похмурий, песиміст, пессимист, песимістом
Μεταφράσεις: понурий, хмурий, сумовитий, засмучений, похмурий, песиміст, пессимист, песимістом