Απαισιόδοξος στα εσθονικά
Μετάφραση: απαισιόδοξος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
morn, kurvastav, sünkpime, pessimist, pessimistiks, pessimistlik, pessimisti, veits pessimist
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απαισιόδοξος
αισιόδοξος λεξικό, απαισιόδοξοσ είναι ένασ καλά ενημερωμένοσ αισιόδοξοσ, απαισιόδοξος συνώνυμο, απαισιόδοξος λεξικό γλώσσας εσθονικά, απαισιόδοξος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- απαθής στα εσθονικά - ükskõikne, osavõtmatu, apaatne, ükskõiksed, Loid, ükskõikne selle
- απαισιοδοξία στα εσθονικά - pessimism, pessimismi, pessimismile, pessimismiks, pessimismiga
- απαιτούμενος στα εσθονικά - otse, õigeaegne, nõutav, vajalik, vajalikke, vajaliku, nõutava
- απαιτώ στα εσθονικά - nõudlus, nõudma, nõue, nõudluse, nõudlust, nõudlusele, nõudlusest
Τυχαίες λέξεις
Απαισιόδοξος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: morn, kurvastav, sünkpime, pessimist, pessimistiks, pessimistlik, pessimisti, veits pessimist
Μεταφράσεις: morn, kurvastav, sünkpime, pessimist, pessimistiks, pessimistlik, pessimisti, veits pessimist