Αποφαίνομαι στα γερμανικά
Μετάφραση: αποφαίνομαι, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
deklarieren, apofainomai
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποφαίνομαι
αποφαίνομαι english, αποφαίνομαι βικιλεξικο, αποφαίνομαι συνώνυμα, αποφαίνομαι σημασια, αποφαίνεται ορισμός, αποφαίνομαι λεξικό γλώσσας γερμανικά, αποφαίνομαι στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- απουσία στα γερμανικά - geistesabwesenheit, fehlen, mangel, nichtzahlung, absenz, vorgegeben, unterlassung, ...
- αποφάγια στα γερμανικά - altmaterial, fetzen, schrott, streiten, fragment, rest, stückchen, ...
- αποφασίζω στα γερμανικά - maßstab, oberherrschaft, entschlossenheit, herrschen, erklärung, vorschrift, regieren, ...
- αποφασισμένος στα γερμανικά - entschlossen, entschieden, zielstrebig, bestimmt, ermittelt
Τυχαίες λέξεις
Αποφαίνομαι στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: deklarieren, apofainomai
Μεταφράσεις: deklarieren, apofainomai