Αποφαίνομαι στα τσεχικά
Μετάφραση: αποφαίνομαι, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
odsoudit, rozhodnout, přiřknout, přisoudit, apofainomai
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποφαίνομαι
αποφαίνομαι english, αποφαίνομαι βικιλεξικο, αποφαίνομαι συνώνυμα, αποφαίνομαι σημασια, αποφαίνεται ορισμός, αποφαίνομαι λεξικό γλώσσας τσεχικά, αποφαίνομαι στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- απουσία στα τσεχικά - nedostatek, implicitní, nepřítomnost, zanedbání, absence, neexistence, neexistenci
- αποφάγια στα τσεχικά - šrot, pranice, vyhodit, drobet, úlomek, útržek, kousek, ...
- αποφασίζω στα τσεχικά - rozštěpit, udávat, pravítko, přimět, nařízení, řehole, rozhodnout, ...
- αποφασισμένος στα τσεχικά - odhodlaný, rozhodný, pevný, stanoveno, určeny, určeno, stanoven, ...
Τυχαίες λέξεις
Αποφαίνομαι στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: odsoudit, rozhodnout, přiřknout, přisoudit, apofainomai
Μεταφράσεις: odsoudit, rozhodnout, přiřknout, přisoudit, apofainomai