Δερμάτινος στα γερμανικά
Μετάφραση: δερμάτινος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
leder, ledern, in Leder, Leder, mit Leder, aus Leder
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δερμάτινος
δερμάτινος οδηγός σκύλου, δερμάτινος καναπές, δερμάτινος γωνιακός καναπές, δερμάτινος καναπές τιμή, δερμάτινος φάκελος, δερμάτινος λεξικό γλώσσας γερμανικά, δερμάτινος στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- δεξιοτεχνία στα γερμανικά - fingerfertigkeit, geschicklichkeit, gewandtheit, rechtshändigkeit, fertigkeit, Handwerkskunst, Handwerk, ...
- δεξιός στα γερμανικά - korrigieren, gerademachen, gleich, rechts, recht, richtig, wiedergutmachen, ...
- δεσμίδα στα γερμανικά - garbe, packung, paket, bündel, Ries, ream, Rieses
- δεσμευτικός στα γερμανικά - anbindung, bindend, bindung, einband, verbindlich, einbinden, Bindung, ...
Τυχαίες λέξεις
Δερμάτινος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: leder, ledern, in Leder, Leder, mit Leder, aus Leder
Μεταφράσεις: leder, ledern, in Leder, Leder, mit Leder, aus Leder