Ενοίκιο στα γερμανικά

Μετάφραση: ενοίκιο, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
zerrissen, zerfleischen, pachtzins, vermieten, wohnungsmiete, mieten, pacht, mietpreis, miete, reißen, hausmiete, Miete, Vermietung
Ενοίκιο στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενοίκιο

ενοίκιο εφορία, ενοίκιο που πληρώσατε για κύρια κατοικία της οικογένειας, ενοίκιο κύριασ κατοικίασ, ενοίκιο θεσσαλονίκη, ενοίκιο φορολογική δήλωση, ενοίκιο λεξικό γλώσσας γερμανικά, ενοίκιο στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • εννέα στα γερμανικά - neun
  • εννοώ στα γερμανικά - mittelwert, effektivwert, mittel, vorhaben, mittlere, geizig, beabsichtigen, ...
  • ενοικίαση στα γερμανικά - vermietung, mietbetrag, leihgebühr, miete, mietpreis, Verleih, mieten, ...
  • ενοικιάζομαι στα γερμανικά - lassen, zulassen, einsetzen, erlauben, gewähren, ermöglichen, vermieten, ...
Τυχαίες λέξεις
Ενοίκιο στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: zerrissen, zerfleischen, pachtzins, vermieten, wohnungsmiete, mieten, pacht, mietpreis, miete, reißen, hausmiete, Miete, Vermietung