Ιδιοτέλεια στα γερμανικά
Μετάφραση: ιδιοτέλεια, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
egoismus, selbstsucht, Selbstsucht, Egoismus, Eigennutz, die Selbstsucht
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιδιοτέλεια
ιδιοτέλεια λεξικό, ιδιοτέλεια βικιλεξικό, η ιδιοτέλεια, ιδιοτέλεια ορισμός, ιδιοτέλεια προταση, ιδιοτέλεια λεξικό γλώσσας γερμανικά, ιδιοτέλεια στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- ιδιοκτησία στα γερμανικά - eigentum, eigentumsrecht, besitz, Immobilien, Eigenschaft, Eigentum, Haus, ...
- ιδιορρυθμία στα γερμανικά - seltsamkeit, eigenheit, sonderbarkeit, kuriosität, rarität, wunderlichkeit, Besonderheit, ...
- ιδιοτελής στα γερμανικά - eigennützig, egoistisch, selbstsüchtig, eigennützige, eigennützigen, Eigeninteresse, eigennütziger
- ιδιωτικός στα γερμανικά - persönlich, geheim, privat, gefreite, individuell, Privat-, privaten, ...
Τυχαίες λέξεις
Ιδιοτέλεια στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: egoismus, selbstsucht, Selbstsucht, Egoismus, Eigennutz, die Selbstsucht
Μεταφράσεις: egoismus, selbstsucht, Selbstsucht, Egoismus, Eigennutz, die Selbstsucht