Ιδιοτέλεια στα σουηδικά

Μετάφραση: ιδιοτέλεια, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
själviskhet, egoism, själviskheten, självisk, egoismen
Ιδιοτέλεια στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ιδιοτέλεια

ιδιοτέλεια λεξικό, ιδιοτέλεια βικιλεξικό, η ιδιοτέλεια, ιδιοτέλεια ορισμός, ιδιοτέλεια προταση, ιδιοτέλεια λεξικό γλώσσας σουηδικά, ιδιοτέλεια στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • ιδιοκτησία στα σουηδικά - besittning, egendom, egenskapen, fastighet, fastigheten, egenskap
  • ιδιορρυθμία στα σουηδικά - egenhet, egen, egenheten, egendomlighet, säregna
  • ιδιοτελής στα σουηδικά - självisk, egennyttig, egennyttiga, egenintresse, egennyttigt, egna intressen
  • ιδιωτικός στα σουηδικά - enskild, privat, menig, privata, eget, egen
Τυχαίες λέξεις
Ιδιοτέλεια στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: själviskhet, egoism, själviskheten, självisk, egoismen