Άνθρακας στα δανικά

Μετάφραση: άνθρακας, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
kul, kul-, af kul, stenkul
Άνθρακας στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άνθρακας

ζωικόσ άνθρακασ, ραδιενεργόσ άνθρακασ, άνθρακας+ενέργεια, δερματικόσ άνθρακασ, άνθρακας λεξικό γλώσσας δανικά, άνθρακας στα δανικά

Μεταφράσεις

  • άνθισμα στα δανικά - blomstrende, blomstrer, blooming, blomstre, blomstring
  • άνθος στα δανικά - blomst, blomstring, blomster, flower, blomsten
  • άνθρωποι στα δανικά - folk, mennesker, personer
  • άνθρωπος στα δανικά - person, menneskelig, dødelig, mand, folk, menneske, manden, ...
Τυχαίες λέξεις
Άνθρακας στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: kul, kul-, af kul, stenkul