Έπαλξη στα δανικά
Μετάφραση: έπαλξη, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
murkrone, battlement, Rækværk, brystværn, Murtinden
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έπαλξη
έπαλξη ορισμός, έπαλξη λεξικο, έπαλξη συνώνυμα, έπαλξη ανασυγκρότησης κέντρου, έπαλξη λεξικό γλώσσας δανικά, έπαλξη στα δανικά
Μεταφράσεις
- έπαθλο στα δανικά - præmie, prisen, pris, gevinst, præmien
- έπαινος στα δανικά - ros, lovprise, love, rose, anerkendelse, lovprisning
- έπαρση στα δανικά - indbildskhed, Indbildning, Indfald, hovmod
- έπαυλη στα δανικά - villa, villaen, ferievilla, villaer, af Villa
Τυχαίες λέξεις
Έπαλξη στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: murkrone, battlement, Rækværk, brystværn, Murtinden
Μεταφράσεις: murkrone, battlement, Rækværk, brystværn, Murtinden