Αδαμαντίνη στα δανικά
Μετάφραση: αδαμαντίνη, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
emalje, emaljen, enamel, emalje-
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αδαμαντίνη
θωμά αδαμαντίνη, αδαμαντίνη κουμιώτου, αδαμαντίνη ουσία, αδαμαντίνη δοντιών, αδαμαντίνη αρβανίτη, αδαμαντίνη λεξικό γλώσσας δανικά, αδαμαντίνη στα δανικά
Μεταφράσεις
- αδίστακτος στα δανικά - hensynsløs, hensynsløse, skånselsløs, skånselsløse, ubarmhjertige
- αδαής στα δανικά - Callow, i Callow, af Callow, Callow &
- αδειάζω στα δανικά - tom, tomme, tomt
- αδελφή στα δανικά - cigaret, søster, sřster, søsters, søsteren
Τυχαίες λέξεις
Αδαμαντίνη στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: emalje, emaljen, enamel, emalje-
Μεταφράσεις: emalje, emaljen, enamel, emalje-