Αλλοιώνω στα δανικά

Μετάφραση: αλλοιώνω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
alloiono
Αλλοιώνω στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αλλοιώνω

αλλοιώνω συνώνυμο, αλλοιώνω μεταφραση, αλλοιώνω english, αλλοιώνω συνώνυμα, αλλοιώνω λεξικό γλώσσας δανικά, αλλοιώνω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αλλοίωση στα δανικά - forringelse, forværring, forværringen, nedbrydning, forringelser
  • αλλοδαπός στα δανικά - udenlandsk, fremmed, udlænding, alien, fremmede, udlændingen
  • αλλοπρόσαλλος στα δανικά - uregelmæssig, uberegnelig, uberegnelige, fejlagtige, uregelmæssige
  • αλλοτριώνω στα δανικά - fremmedgør, afhænder, skaber afstand, skaber afstand mellem, fremmedgørelse
Τυχαίες λέξεις
Αλλοιώνω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: alloiono