Αλλοιώνω στα ουκρανικά
Μετάφραση: αλλοιώνω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
фальшувати, підкупити, розбестити, підробити, підроблятися, підробляти, домісіть, недостовірний, зворушувати, alloiono
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αλλοιώνω
αλλοιώνω συνώνυμο, αλλοιώνω μεταφραση, αλλοιώνω english, αλλοιώνω συνώνυμα, αλλοιώνω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αλλοιώνω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- αλλοίωση στα ουκρανικά - лесбійський, лесбіянка, погіршення
- αλλοδαπός στα ουκρανικά - чужий, чужої, іноземець, чужинець, чужою, чужій, іноземний, ...
- αλλοπρόσαλλος στα ουκρανικά - мінливий, капризний, нестійкий, хитливий, нестійкі, нестійке
- αλλοτριώνω στα ουκρανικά - відчужувати, позбавляти, відчужити, експропріюйте, відчужіть, відвертати, відчужує
Τυχαίες λέξεις
Αλλοιώνω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: фальшувати, підкупити, розбестити, підробити, підроблятися, підробляти, домісіть, недостовірний, зворушувати, alloiono
Μεταφράσεις: фальшувати, підкупити, розбестити, підробити, підроблятися, підробляти, домісіть, недостовірний, зворушувати, alloiono