Αναγνώριση στα δανικά

Μετάφραση: αναγνώριση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
anerkendelse, indregning, anerkendelsen, erkendelse, anerkendt
Αναγνώριση στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναγνώριση

αναγνώριση προυπηρεσίας, αναγνώριση πτυχίων κολεγίων 2014, αναγνώριση μεταπτυχιακού, αναγνώριση προϋπηρεσίας στο δημόσιο 2014, αναγνώριση πτυχίων, αναγνώριση λεξικό γλώσσας δανικά, αναγνώριση στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αναγνωριζόμενος στα δανικά - anerkendt, anerkendte, indregnes, anerkendes, indregnet
  • αναγνωριστικός στα δανικά - identifikation, identificering, identificere, identifikationen, identifikationsnummer
  • αναγνώστης στα δανικά - læser, læseren, Reader, kortlæser
  • αναγωγή στα δανικά - reduktion, nedsættelse, nedbringelse, reduktion af, reduktionen
Τυχαίες λέξεις
Αναγνώριση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: anerkendelse, indregning, anerkendelsen, erkendelse, anerkendt