Ανατρέχω στα δανικά
Μετάφραση: ανατρέχω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
tilbagevirkende kraft, med tilbagevirkende kraft, tilbagevirkende kraft at, tilbagedatere, med tilbagevirkende kraft at
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανατρέχω
ανατρέχω english, ανατρέχω στην αρκαδία, ανατρέχω βικιλεξικο, ανατρέχω μεταφραση, ανατρέχω αγγλικα, ανατρέχω λεξικό γλώσσας δανικά, ανατρέχω στα δανικά
Μεταφράσεις
- ανατρέπω στα δανικά - kæntring, kæntre, kuldsejle, capsize, kæntring ikke
- ανατρέφω στα δανικά - avle, opdrage, løfte, hæve, race, yngler, opdrætte, ...
- ανατριχίλα στα δανικά - skælven, ryste, gåsehud
- ανατριχιάζω στα δανικά - gyse, gysen, gyser, gys, at gyse
Τυχαίες λέξεις
Ανατρέχω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: tilbagevirkende kraft, med tilbagevirkende kraft, tilbagevirkende kraft at, tilbagedatere, med tilbagevirkende kraft at
Μεταφράσεις: tilbagevirkende kraft, med tilbagevirkende kraft, tilbagevirkende kraft at, tilbagedatere, med tilbagevirkende kraft at