Ανεφοδιάζω στα δανικά

Μετάφραση: ανεφοδιάζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
anefodiazo
Ανεφοδιάζω στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανεφοδιάζω

ανεφοδιάζω λεξικό γλώσσας δανικά, ανεφοδιάζω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ανερμάτιστος στα δανικά - anermatistos
  • ανερχόμενος στα δανικά - kommende, forestående
  • ανεύθυνος στα δανικά - uansvarlig, uansvarligt, uansvarlige, uforsvarlig
  • ανεύρεση στα δανικά - opdagelse, finde, fund, konstatering, konklusion, konstateringen, resultat
Τυχαίες λέξεις
Ανεφοδιάζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: anefodiazo