Ανεφοδιάζω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: ανεφοδιάζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
anefodiazo
Ανεφοδιάζω στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανεφοδιάζω

ανεφοδιάζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ανεφοδιάζω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ανερμάτιστος στα πορτογαλικά - anermatistos
  • ανερχόμενος στα πορτογαλικά - próximo, próxima, próximas, futura, próximos
  • ανεύθυνος στα πορτογαλικά - irresponsável, irresponsáveis, irresponsabilidade, irresponsible
  • ανεύρεση στα πορτογαλικά - deparar, financeiro, encontrar, achar, achado, descoberta, conclusão, ...
Τυχαίες λέξεις
Ανεφοδιάζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: anefodiazo