Ανεφοδιάζω στα ολλανδικά

Μετάφραση: ανεφοδιάζω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
anefodiazo
Ανεφοδιάζω στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανεφοδιάζω

ανεφοδιάζω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ανεφοδιάζω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ανερμάτιστος στα ολλανδικά - anermatistos
  • ανερχόμενος στα ολλανδικά - aankomende, aanstaande, komende, opkomende, eerstvolgende
  • ανεύθυνος στα ολλανδικά - onverantwoordelijk, onverantwoord, onverantwoordelijke, onverantwoorde, verantwoord
  • ανεύρεση στα ολλανδικά - bevinden, vinden, treffen, ontdekken, aantreffen, bevinding, vondst, ...
Τυχαίες λέξεις
Ανεφοδιάζω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: anefodiazo