Ανησυχία στα δανικά

Μετάφραση: ανησυχία, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
sorg, angå, bekymring, vedrører, interesse, problem
Ανησυχία στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανησυχία

ανησυχία για μεγάλο σεισμό στην ελλάδα, ανησυχία στα πόδια, ανησυχία λόγω αποχωρισμού, ανησυχία βρέφους, ανησυχία ράντου παπακωνσταντίνου, ανησυχία λεξικό γλώσσας δανικά, ανησυχία στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ανηθικότητα στα δανικά - umoral, umoralitet, usædelighed, umoralsk, amoral
  • ανηλεής στα δανικά - hensynsløs, hensynsløse, skånselsløs, skånselsløse, ubarmhjertige
  • ανησυχώ στα δανικά - bekymre, bekymre dig, bekymre sig, rolig, bekymring
  • ανηφορικός στα δανικά - op ad bakke, ad bakke, opad, bakke
Τυχαίες λέξεις
Ανησυχία στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: sorg, angå, bekymring, vedrører, interesse, problem