Αξίωση στα δανικά

Μετάφραση: αξίωση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
krav, ifølge krav, påstand, kravet, fordring
Αξίωση στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αξίωση

αξίωση από συναλλαγματική, αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα, αξίωση συμμετοχήσ στα αποκτήματα παραγραφή, αξίωση αδικαιολόγητου πλουτισμού, αξίωση αγγλικά, αξίωση λεξικό γλώσσας δανικά, αξίωση στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αξίζω στα δανικά - fortjene, fortjener, fortjent
  • αξίωμα στα δανικά - aksiom, grundsætning, kontor, Office, kontoret, hjemsted, kontor for
  • αξιέπαινος στα δανικά - prisværdigt, prisværdige, prisværdig, rosværdigt
  • αξιαγάπητος στα δανικά - venlig, elskværdig, elskelige, elskelig, lovable, elskværdige
Τυχαίες λέξεις
Αξίωση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: krav, ifølge krav, påstand, kravet, fordring