Αξιοποιώ στα δανικά
Μετάφραση: αξιοποιώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
udbytte, genvinde, kræve, tilbagekræve, tilbagesøge, kræve tilbagebetaling
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αξιοποιώ
αξιοποιώ συνώνυμα, αξιοποιώ english, αξιοποιώ λεξικό γλώσσας δανικά, αξιοποιώ στα δανικά
Μεταφράσεις
- αξιομνημόνευτος στα δανικά - mindeværdige, mindeværdig, mindeværdigt, uforglemmelig, uforglemmeligt
- αξιοπιστία στα δανικά - pålidelighed, pålideligheden, driftsikkerhed, driftssikkerhed, pålidelige
- αξιοπρέπεια στα δανικά - værdighed, værdigt, vaerdighed, værdigheden
- αξιοπρεπής στα δανικά - værdig, værdigt, værdige, værdighed, en værdig
Τυχαίες λέξεις
Αξιοποιώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: udbytte, genvinde, kræve, tilbagekræve, tilbagesøge, kræve tilbagebetaling
Μεταφράσεις: udbytte, genvinde, kræve, tilbagekræve, tilbagesøge, kræve tilbagebetaling