Απολυμαίνω στα δανικά
Μετάφραση: απολυμαίνω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
desinficere, desinficeres, desinfektion, at desinficere, desinficer
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απολυμαίνω
απολυμαίνω λεξικό γλώσσας δανικά, απολυμαίνω στα δανικά
Μεταφράσεις
- απολαμβάνω στα δανικά - nyde, nyder, nyd, glæde, glæde af
- απολαυστικός στα δανικά - liflig, delectable, lækkert, lækre, herlige
- απολυταρχικός στα δανικά - autoritær, autoritære, autoritært, en autoritær
- απολύτως στα δανικά - absolut, helt, fuldstændig, er absolut
Τυχαίες λέξεις
Απολυμαίνω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: desinficere, desinficeres, desinfektion, at desinficere, desinficer
Μεταφράσεις: desinficere, desinficeres, desinfektion, at desinficere, desinficer