Απολυμαίνω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: απολυμαίνω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
desinfetar, desinfectar, desinfecção, de desinfectar, desinfecte
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απολυμαίνω
απολυμαίνω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, απολυμαίνω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- απολαμβάνω στα πορτογαλικά - realçar, gozar, desfruir, fruir, desfrutar, realce, apreciar, ...
- απολαυστικός στα πορτογαλικά - deleitável, delicioso, deliciosa, delectable, deliciosos
- απολυταρχικός στα πορτογαλικά - autoritário, autoritária, autoritários, autoritárias, autoritarismo
- απολύτως στα πορτογαλικά - impreterivelmente, infalivelmente, deveras, absolutamente, verdadeiramente, totalmente, absoluta, ...
Τυχαίες λέξεις
Απολυμαίνω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: desinfetar, desinfectar, desinfecção, de desinfectar, desinfecte
Μεταφράσεις: desinfetar, desinfectar, desinfecção, de desinfectar, desinfecte