Αποφοίτηση στα δανικά

Μετάφραση: αποφοίτηση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
graduering, eksamen, endt uddannelse, gradueringen, gradueringsordningen
Αποφοίτηση στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποφοίτηση

αποφοίτηση πανεπιστημίου κύπρου 2012, αποφοίτηση κολλεγίου αθηνών 2013, αποφοίτηση τεπακ, αποφοίτηση δημοτικου, αποφοίτηση κολλεγίου αθηνών, αποφοίτηση λεξικό γλώσσας δανικά, αποφοίτηση στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αποφασιστικότητα στα δανικά - beslutning, afgørelse, bestemmelse, beslutsomhed, fastsættelsen, fastlæggelse, bestemmelsen
  • αποφεύγω στα δανικά - undvige, undgå, undgå at, at undgå, undgås
  • αποφοιτώ στα δανικά - graduate, kandidat, uddannet, kandidatniveau
  • αποφυγή στα δανικά - undgåelse, unddragelse, undgå, at undgå, forebyggelse
Τυχαίες λέξεις
Αποφοίτηση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: graduering, eksamen, endt uddannelse, gradueringen, gradueringsordningen