Απόμακρος στα δανικά

Μετάφραση: απόμακρος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
fjern, Outlandish, aparte, Outlandishs, langt ude, bornholmsk
Απόμακρος στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απόμακρος

νίκος απόμακρος, είναι απόμακρος, απόμακρος στα αγγλικά, απόμακρος λεξικό γλώσσας δανικά, απόμακρος στα δανικά

Μεταφράσεις

  • απόλυση στα δανικά - afskedigelse, afskedigelsen, opsigelse, afskedigelser
  • απόλυτος στα δανικά - absolut, absolutte, fuldstændig, en absolut
  • απόξεση στα δανικά - slid, slitage, afslidning, abrasion, slidstyrke
  • απόπειρα στα δανικά - prøve, forsøge, forsøg, anstrengelse, indsats, forsøg på, forsøget, ...
Τυχαίες λέξεις
Απόμακρος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: fjern, Outlandish, aparte, Outlandishs, langt ude, bornholmsk