Απόμακρος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: απόμακρος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
remoto, distância, reformar, relançar, distante, estranho, estranha, extravagante, outlandish, bizarro
Απόμακρος στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απόμακρος

νίκος απόμακρος, είναι απόμακρος, απόμακρος στα αγγλικά, απόμακρος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, απόμακρος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • απόλυση στα πορτογαλικά - despedimento, demissão, destituição, o despedimento, despedimentos
  • απόλυτος στα πορτογαλικά - completo, utópico, puro, castiço, total, falar, absoluto, ...
  • απόξεση στα πορτογαλικά - desgaste, raspadura, abrasão, à abrasão, de abrasão, a abrasão
  • απόπειρα στα πορτογαλικά - ensaiar, experimentar, esforço, tentar, rogar, oferta, comando, ...
Τυχαίες λέξεις
Απόμακρος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: remoto, distância, reformar, relançar, distante, estranho, estranha, extravagante, outlandish, bizarro