Αυτοκράτορας στα δανικά
Μετάφραση: αυτοκράτορας, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
kejser, tyran, despot, kejseren, Emperor, kejserens
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυτοκράτορας
αυτοκράτορας αύγουστος, αυτοκράτορας αδριανός, αυτοκράτορας φωκάς, αυτοκράτορας τιβέριος, αυτοκράτορας ηράκλειος, αυτοκράτορας λεξικό γλώσσας δανικά, αυτοκράτορας στα δανικά
Μεταφράσεις
- αυτοκίνητος στα δανικά - selvstændig, selv, selvstændige, egen
- αυτοκινητιστής στα δανικά - bilist, bilisten, motorist, bilistens
- αυτοκρατορία στα δανικά - empire, imperium, imperiet, rige
- αυτοκρατορικός στα δανικά - imperial, kejserlige, kejserlig, imperialistiske, imperialistisk
Τυχαίες λέξεις
Αυτοκράτορας στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: kejser, tyran, despot, kejseren, Emperor, kejserens
Μεταφράσεις: kejser, tyran, despot, kejseren, Emperor, kejserens