Βάσανο στα δανικά

Μετάφραση: βάσανο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
pine, torment, pinsel, pinsler
Βάσανο στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βάσανο

βάσανο συνώνυμο, βάσανο στα αγγλικα, στη βάσανο, βάσανο λεξικο, βάσανο συνώνυμα, βάσανο λεξικό γλώσσας δανικά, βάσανο στα δανικά

Μεταφράσεις

  • βάρκα στα δανικά - båd, skib, båden, boat
  • βάρος στα δανικά - vægt, læs, byrde, vægten, vægt-, vaegt
  • βάση στα δανικά - basis, grundlag, baggrund, grundlaget, ud
  • βάτος στα δανικά - Bramble, Tornebusken, brombærbusk, brombær
Τυχαίες λέξεις
Βάσανο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: pine, torment, pinsel, pinsler