Βάσανο στα ουγγρικά

Μετάφραση: βάσανο, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kín, gyötrelem, gyötrelmet, kínzás, kínzása
Βάσανο στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βάσανο

βάσανο συνώνυμο, βάσανο στα αγγλικα, στη βάσανο, βάσανο λεξικο, βάσανο συνώνυμα, βάσανο λεξικό γλώσσας ουγγρικά, βάσανο στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • βάρκα στα ουγγρικά - csónak, csésze, hajó, csónakot, hajót, hajóval
  • βάρος στα ουγγρικά - súly, tömeg, súlya, tömege, súlyt
  • βάση στα ουγγρικά - alap, bázis, alapján, alapon, alapját
  • βάτος στα ουγγρικά - korcsolya, földi szeder, szeder, galagonyabokor, galagonyabokorból, szederindáról
Τυχαίες λέξεις
Βάσανο στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: kín, gyötrelem, gyötrelmet, kínzás, kínzása