Βάσανο στα ολλανδικά

Μετάφραση: βάσανο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
hartzeer, beproeving, kwelling, pijniging, straf, marteling, foltering
Βάσανο στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βάσανο

βάσανο συνώνυμο, βάσανο στα αγγλικα, στη βάσανο, βάσανο λεξικο, βάσανο συνώνυμα, βάσανο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, βάσανο στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • βάρκα στα ολλανδικά - boot, schuit, de boot, schip, boat, boot volgen
  • βάρος στα ολλανδικά - zwaarte, last, gewicht, inladen, vracht, laden, lading, ...
  • βάση στα ολλανδικά - grondslag, grondtal, grond, grondvlak, basis, base, hand, ...
  • βάτος στα ολλανδικά - schaats, glijmiddel, braamstruik, braambos, Bramble, braambes, doornenbos
Τυχαίες λέξεις
Βάσανο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: hartzeer, beproeving, kwelling, pijniging, straf, marteling, foltering