Γεύμα στα δανικά

Μετάφραση: γεύμα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
måltid, mel, et måltids, måltids, gryn, gryn af
Γεύμα στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γεύμα

γεύμα στη βεράντα διακόσμηση μπαλκονιού, γεύμα μετά την προπόνηση, γεύμα μερκελ, γεύμα kosher, γεύμα με την κ, γεύμα λεξικό γλώσσας δανικά, γεύμα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • γεωργία στα δανικά - landbrug, landbruget, landbrugssektoren, landbrugets, landbrugsområdet
  • γεωφυσική στα δανικά - geofysik, geofysiske, geofysikken, i geofysik, for geofysik
  • γεύομαι στα δανικά - smage, mønster, prøve, smag, Duft, Lugt, Kraft, ...
  • γεύση στα δανικά - smage, smag, prøve, aroma, egen smag, smagen
Τυχαίες λέξεις
Γεύμα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: måltid, mel, et måltids, måltids, gryn, gryn af