Γλυπτική στα δανικά
Μετάφραση: γλυπτική, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
skulptur, skulpturen, skulpturer, sculpture
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γλυπτική
γλυπτική σώματος, γλυπτική με φελιζόλ, γλυπτική σε φελιζόλ, γλυπτική στην αρχαία ελλάδα, γλυπτική μπαρόκ, γλυπτική λεξικό γλώσσας δανικά, γλυπτική στα δανικά
Μεταφράσεις
- γλυκός στα δανικά - sød, kær, liflig, dessert, søde, sweet, sødt
- γλυκύτητα στα δανικά - sødme, sødhed, sødmen, søde
- γλυπτό στα δανικά - skulptur, skulpturen, skulpturer, sculpture
- γλωσσικός στα δανικά - sproglig, sproglige, den sproglige, sprogligt, af sproglig
Τυχαίες λέξεις
Γλυπτική στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: skulptur, skulpturen, skulpturer, sculpture
Μεταφράσεις: skulptur, skulpturen, skulpturer, sculpture