Διάβαση στα δανικά
Μετάφραση: διάβαση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
passage, krydsning, overfart, sejltid, kryds
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διάβαση
διάβαση θεσσαλονίκη, διάβαση τησ αφροδίτησ, διάβαση πεζών, διάβαση εντέρου, διάβαση π. μελά 13, διάβαση λεξικό γλώσσας δανικά, διάβαση στα δανικά
Μεταφράσεις
- δημοφιλής στα δανικά - populær, Populære, populært, Popular, rejsetilbud Populære
- δημοψήφισμα στα δανικά - folkeafstemning, folkeafstemningen, afstemningen, afstemning
- διάβασμα στα δανικά - læsning, læse, aflæsning, behandling, at læse
- διάβημα στα δανικά - aktion, trappe, skridt, handling, forholdsregel, trin, repræsentation, ...
Τυχαίες λέξεις
Διάβαση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: passage, krydsning, overfart, sejltid, kryds
Μεταφράσεις: passage, krydsning, overfart, sejltid, kryds