Διάβαση στα ουκρανικά
Μετάφραση: διάβαση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
роз'їзд, виходе, переправа, утверджування, епізод, коридор, перехід, перетин, перетинання, те що, пересічення, перехрестя
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διάβαση
διάβαση θεσσαλονίκη, διάβαση τησ αφροδίτησ, διάβαση πεζών, διάβαση εντέρου, διάβαση π. μελά 13, διάβαση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, διάβαση στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- δημοφιλής στα ουκρανικά - простолюддя, прищавий, популярний, найпопулярніший
- δημοψήφισμα στα ουκρανικά - плебісцит, референдум
- διάβασμα στα ουκρανικά - підготовленість, полювання, готовність, мисливство, читання, чтение
- διάβημα στα ουκρανικά - інтервал, алюр, східці, бій, редан, звинувачування, позов, ...
Τυχαίες λέξεις
Διάβαση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: роз'їзд, виходе, переправа, утверджування, епізод, коридор, перехід, перетин, перетинання, те що, пересічення, перехрестя
Μεταφράσεις: роз'їзд, виходе, переправа, утверджування, епізод, коридор, перехід, перетин, перетинання, те що, пересічення, перехрестя